- ἑξάγωνον
- ἑξάγωνοςhexagonalmasc/fem acc sgἑξάγωνοςhexagonalneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Hexágono — Para otros usos de este término, véase Hexágono (desambiguación). Un hexágono regular. En geometría, un hexágono (o exágono[1] ) es un polígono de … Wikipedia Español
εξάγωνος — η, ο (AM ἑξάγωνος, ον) 1. αυτός που έχει έξι γωνίες («ἑξάγωνόν τι κάτοπτρον») 2. το ουδ. ως ουσ. το εξάγωνο γεωμετρικό σχήμα με έξι πλευρές και έξι γωνίες. [ΕΤΥΜΟΛ. < εξα < ἕξ (πρβλ. εξάγραμμα) + γωνος < θ. γων. τής λ. γωνία (πρβλ.… … Dictionary of Greek
εξαγωνίζω — (Α) [εξάγωνον] σχηματίζω εξάγωνο … Dictionary of Greek
εξαγωνικός — ή, ό (Α ἑξαγωνικός, ή, όν) [εξάγωνον] αυτός που έχει έξι γωνίες («εξαγωνικό κτήριο, εξαγωνική πλατεία») αρχ. αυτός που αναφέρεται στο εξάγωνο … Dictionary of Greek